Το πυραμιδοειδές Μαυσωλείο της Αλικαρνασού
Γράφει ο Σπύρος Μακρής
Η Αλικαρνασσός είναι η κυριότερη από την Εξάπολη, τις έξι δωρικές πόλεις (Λίνδος, Ιαλυσός, Κάμειρος, Κως, Κίδνος) στην Μικρά Ασία. Είναι το σημερινό Μποντρούμ της νοτιοδυτικής Τουρκίας. Από τον 5ο αιώνα π.Χ. κυβερνιόταν από Κάρες βασιλείς που ήταν υποτελείς των Περσών, πλην όμως θαυμαστών του ελληνικού πολιτισμού και πνεύματος.
Ένας από αυτούς ήταν ο Μαύσωλος γιος του Εκάτομνου από τα Μύλασα πόλης της Μ. Ασίας στην Καρία, δυνάστης της Καρίας από το 337 π.Χ. έως το 353 π.Χ. υπό τον βασιλέα της Περσίας. Παντρεύτηκε την αδελφή του Αρτεμισία.
Οι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Πλίνιος, αποδίδουν στην Αρτεμισία την κατασκευή του μεγάλου κτιστού τάφου του συζύγου της, που εξαιτίας του μεγέθους και του πλούτου του, όλα τα ανάλογα μνημεία, από την ρωμαϊκή εποχή, επικράτησε να ονομάζονται «Μαυσωλεία».
Η Αρτεμισία, αν και μετείχε στην Περσική εκστρατεία κατά των Ελλήνων, επέλεξε τους επιφανέστερους Έλληνες αρχιτέκτονες και γλύπτες για τον σχεδιασμό του.
Υπολογίζεται ότι η κατασκευή του ξεκίνησε γύρω στο 370-365 π.Χ. και τελείωσε περίπου στο 350 π.Χ. μετά τον θάνατο της Αρτεμισίας.
Διαβάστε επίσης: Ο Κολοσσός της Ρόδου Δεν ήταν Όπως μας Έμαθαν
Από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο μαθαίνουμε πως από κοινού φιλοτέχνησαν τα γλυπτά του Μαυσωλείου, οι Σκόπας ο φημισμένος αρχιτέκτονας και γλύπτης από την Πάρο, ο οποίος φιλοτέχνησε τα γλυπτά της ανατολικής πλευράς, ο μαθητής και συνεργάτης του Βρύαξης, Έλληνας ανδριαντοποιός από την Καρία, ο οποίος εκπαιδεύτηκε και πολιτογραφήθηκε στην Αθήνα.
Ο Βρύαξης ανέλαβε την βορεινή πλευρά, μαζί με τους Λεωχάρη (έργα του η προσωπογραφία του Ισοκράτους, Απόλλων του Μπελβεντέρε, αρπαγή του Γανυμήδη από τον Δία κ.α.), σπουδαιότατος μετά τον Πραξιτέλη ο οποίος ανέλαβε την νότια πλευρά. Τέλος από τον Αθηναίο Τιμόθεο (375-340 π.Χ. έργα του το άγαλμα του Άρη στην Αλικαρνασσό, Ασκληπιού στην Τροιζηνία, αγάλματα, αετώματα και ακρωτήρια στον ναό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο). Ο Βιτρούβιος αναφέρει τον Τιμόθεο ως αντικαταστάτη του Πραξιτέλη.
Χάρη σε αυτούς δόθηκε στο κτίριο η τότε, αλλά και η σημερινή, φήμη του και συγκαταλέχτηκε σε ένα από 7 Θαύματα του Κόσμου. Η τέχνη του ενός συναγωνιζόταν την τέχνη του άλλου. Δυστυχώς, η Αρτεμισία, δεν πρόλαβε να τα δει ολοκληρωμένα.
Το μέρος πάνω από την κιονοστοιχία είχε αναλάβει να κατασκευάσει ο χαλκουργός και αρχιτέκτονας Πύθεος (έργα του: ναός της Αθηνάς Πολιάδος στην Πριήνη κλπ), ο οποίος φρόντισε να υπάρχει μία βαθμιδωτή πυραμίδα με ένα μαρμάρινο τέθριππο άρμα στην κορυφή, που την βάση του διακοσμούσε ζωοφόρος με τη μάχη μεταξύ Λαπιθών και Κενταύρων.
Αν στους υπολογισμούς μας συμπεριλάβουμε και το τέθριππο, τότε το ορθογώνιο κτίριο είχε ύψος 140 πόδια (περίπου τεσσεράμισι μέτρα). Από αυτά, 60 ήταν για το πόδιο, 37 ½ για την κιονοστοιχία, 22 ½ για την πυραμίδα και 20 για το σύμπλεγμα του άρματος και την βάση του. Οι δόμοι ήταν γενικά τετράγωνοι με πλευρά 90 εκ. και πάχος 30εκ. Το Μαυσωλείο είχε μήκος 63 πόδια στη βόρεια και νότια πλευρά, και πλαϊνά μήκη 120 και 100 ποδών. Είχε ύψος 25 κύβιτα δηλαδή 37 ½ πόδια, περίμετρο 440 πόδια και περιστοιχιζόταν από 36 κίονες ιωνικού ρυθμού, πιθανόν σε διάταξη 11 Χ 9. Μεγάλο μέρος στο εσωτερικό του κτιρίου πρέπει να ήταν συμπαγές και αποτελούνταν από πράσινη ηφαιστειακή πέτρα..
Την βάση της οροφής διακοσμούσαν λιοντάρια, την κορυφή του ποδίου Αμαζόνες και την βάση του ανθρώπινες φιγούρες σε φυσικό μέγεθος που μάχονταν. Τα φατνώματα του περιστυλίου της οροφής διακοσμούνταν με ανάγλυφες πλάκες των άθλων του Θησέα. Ανάμεσα στους κίονες του περιστυλίου, υπήρχαν κολοσσιαίοι ανδριάντες, μεταξύ των οποίων, φυσικά, ο Μαύσωλος και η Αρτεμισία.
Άλλα θέματα που συμπλήρωναν τον γλυπτό διάκοσμο ήταν υπερμεγέθη σκηνές από κυνήγι ζώων, προσφοράς, μία μάχη σε φυσικό μέγεθος μεταξύ Ελλήνων και Περσών, καθώς και πολλές ανδρικές και γυναικείες μορφές, μεσαίου μεγέθους. Ενδεχομένως, τα τρία διαφορετικά μεγέθη να υπονοούσαν τον κόσμο των ηρώων, των δαιμόνων (δαήμων) και των θεών.
Πολύ περισσότερο από τον ναό της Αρτέμιδος, στο Μαυσωλείο διακρίνουμε αρχιτεκτονικούς συνδυασμούς τριών διαφορετικών πολιτισμών. Το ψηλό, τετράγωνο πόδιο που είναι δείγμα ταφής των Λυκίων. Το περιστύλιο πάνω από το πόδιο, που είναι σαφώς ελληνικό-ιωνικό και τέλος η πυραμοειδής οροφή που θυμίζει έντονα Αίγυπτο.
Πως χάθηκε το Μαυσωλείο
Ένας σεισμός του 13ου αιώνα φαίνεται να καταστρέφει την οροφή και την κιονοστοιχία, αλλά η ολοκληρωτική καταστροφή έρχεται δύο περίπου αιώνες αργότερα, το 1494 από τον ανθρώπινο παράγοντα και δη τους Ιωαννίτες.
Εδώ συναντούμε πάλι τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο καθώς οι Ιωανίτες ήταν οπαδοί του, οι οποία μετά τον θάνατό του αποσχίστηκαν από την Εκκλησία αλλά επανήλθαν το 438 μ.Χ. Ονομάζονται επίσης Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ, Οσπιτάλιοι Ιππότες του Αγίου Ιωάννου κλπ. Θεωρούνται το αρχαιότατο των θρησκευτικών ταγμάτων, με πραγματική αφετηρία εκείνο που ιδρύθηκε στην Ιερουσαλήμ το 1022. Το τάγμα αυτό με τα μαύρα ράσα και τον λευκό οκτάκομβο σταυρό στο στήθος, έλαβε γρήγορα την μορφή θρησκευτικοστρατιωτικού τάγματος, προς εξυπηρέτηση της εκκλησίας. Από αυτούς συστάθηκε το μεταγενέστερο Τάγμα των Ναϊτών, ενώ στους κόλπους τους περιλαμβανόταν και το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Λαζάρου ή Λαζαριστών.
Οι Οσπιτάλιοι, λοιπόν, όταν τελικώς αποφάσισαν ότι έπρεπε να ενισχύσουν το οχυρό τους, βρήκαν στο Μαυσωλείο όλα τα απαραίτητα οικοδομικά υλικά. Όχι μόνο τους κυβόλιθους που το απάρτιζαν, αλλά και τα ίδια τα γλυπτά και αγάλματα που κομματιάστηκαν και παραδόθηκαν στην πυρά για να παράγουν ασβεστοκονίαμα. Επί 30 σχεδόν χρόνια το κατεδάφιζαν. Έφτασαν μέχρι τα θεμέλια και δεν άφησαν τίποτα όρθιο.
Μόνο μερικές πλάκες της ζωοφόρου που απεικόνιζαν τη μάχη μεταξύ Ελλήνων και Αμαζόνων, επέζησαν ακέραιες, καθώς τοποθετήθηκαν στα τείχη του οχυρού προς διακόσμηση. Τις πλάκες αυτές το 1846, ένας Βρετανός λόρδος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη τις μετέφερε στο Λονδίνο, ενώ ένας άλλος μετέφερε όσες περισσότερες πέτρες μπορούσε για να κοσμήσουν μια αποθήκη του Βρετανικού Μουσείου!
Διαβάστε ακόμα: Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία
diadrastika