Οι Άγνωστοι «Λαοί της Θάλασσας» Ήταν Έλληνες
Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε φως στο μυστήριο των «Λαών της Θάλασσας» οι οποίοι με τις μαζικές εισβολές τους στις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ, κατέστρεψαν τη Χετιτική αυτοκρατορία, και ταυτόχρονα έγιναν σοβαρή απειλή για την Αίγυπτο.
Τους λαούς αυτούς οι Αιγύπτιοι τους ονόμαζαν «Ξένους», και έως σήμερα δεν γνωρίζουμε ποιοί ακριβώς ήταν.
Σύμφωνα με ανάγλυφα της Μέντινετ Χαμπού οι «Λαοί της Θάλασσας» (όρος που εισήγαγε το 1881 ο Γάλλος Αιγυπτιολόγος Γκαστόν Μασπέρο), περιγράφονται ως εξής από τους Αιγυπτίους:
Οι Πελεσέτ (Prst), οι Τζεκέρ (Tk,r ), οι Ντενυέν (Dnn) και οι Βεσές (Wss) οι οποίοι φορούσαν περικεφαλαίες με φτερά. Παρόμοιες παραστάσεις υπάρχουν στα ευρήματα της Έγκωμης στην Κύπρο.
Οι Σερντέν φορούσαν περικεφαλαίες με κέρατα, όμοιες με απεικονήσει που βρίσκουμε σε αγγεία της Μυκηναϊκής. Οι Σεκελές φορούσαν ταινίες στο μέτωπο, πανοπλίες με κοντές φούστες, και ήταν οπλισμένοι με στρογγυλές ασπίδες, δόρια και σπαθιά.
Από την ενδυμασία και τα πλοία τους αλλά και από επιγραφές που αναφέρουν πως οι «Λαοί της Θάλασσας», έκαναν επιθέσεις από νησιά, οι μελετητές συμπεραίνουν ότι ήταν διάφορα φύλα που είχαν συνάψει συμμαχίες, μεσογειακής προελεύσεως.
Οι εισβολές αυτές των λαών έγιναν τόσο από ξηράς αλλά κυρίως από θάλασσας, συνεπώς οι λαοί αυτοί θα πρέπει να διέθεταν πέρα από ισχυρή στρατιωτική ισχύ και ισχυρές ναυτικές δυνάμεις.
Την ίδια χρονική περίοδο που λαμβάνουν χώρα οι εισβολές των «Λαών της Θάλασσας», έλαβε χώρα και ο Τρωικός πόλεμος. (1)
Στον Τρωικό πόλεμο οι ναυτικές δυνάμεις των Αχαιών – Δαναών (Ελλήνων ) (2) σύμφωνα με Θουκυδίδη αποτελούνταν από 1.200 πλοία. (Οι ναυτικές δυνάμεις περιγράφονται λεπτομερώς, στην β’ Ραψωδία της Ιλιάδας ). Ο Ελληνικός στόλος αποτελούνταν από πλοία που προέρχονταν από 28 διαφορετικές περιοχές της Ελλάδος, από την στην Στερεά Ελλάδα έως την Κρήτη. Το σύνολο της εκστρατευτικής δύναμης είναι τεράστιο, καθώς υπολογίζεται σε 70.000 έως 130.000 άντρες. Είναι φυσικό λοιπόν κάποιος να συμπεράνει πως ένας τέτοιος στόλος θα μπορούσε άνετα να αποτελέσει απειλεί τόσο για την Αίγυπτο όσο και για την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.
Όπως αναφέρουν Αρχαίες Αιγυπτιακές πηγές για τις οποίες έγινε λόγος παραπάνω, οι «Λαοί της Θάλασσας» ήταν οι:
– Πελεσέτ . Προφανώς πρόκειται περί των Πελασγών (3), αλλά και των Φιλισταίων, οι οποίοι σύμφωνα και με την Βίβλο προέρχονταν από την Μινωική Κρήτη (ιδρυτές της Παλαιστίνης). Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη οι Μινωίτες Κρήτες έφτιαξαν πρώτοι στόλο, έδιωξαν τους πειρατές και τους Κάρες, και εποίκησαν πολλά ακατοίκητα νησιά !! «Μίνως γὰρ παλαίτατος ὧν ἀκοῇ ἴσμεν ναυτικὸν ἐκτήσατο καὶ τῆς νῦν Ἑλληνικῆς θαλάσσης ἐπὶ πλεῖστον ἐκράτησε καὶ τῶν Κυκλάδων νήσων ἦρξέ τε καὶ οἰκιστὴς πρῶτος τῶν πλείστων ἐγένετο, Κᾶρας ἐξελάσας καὶ τοὺς ἑαυτοῦ παῖδας ἡγεμόνας ἐγκαταστήσας• τό τε λῃστικόν, ὡς εἰκός, καθῄρει ἐκ τῆς θαλάσσης ἐφ’ ὅσον ἐδύνατο, τοῦ τὰς προσόδους μᾶλλον ἰέναι αὐτῷ..».
Ένα πολύ ισχυρό επιχείρημα για την ορθότητα της υπόθεσης είναι, πως οι τοιχογραφίες που έχουν βρεθεί στην Αίγυπτο και παρουσιάζουν Πελεσέτ αιχμαλώτους πολεμιστές που φορούν περικεφαλαία, ίδια με αυτή του Μινωίτη πολεμιστή που είναι χαραγμένη στον Δίσκο της Φαιστού.
– Τζεκέρ. Όνομα παραπλήσιο με των Τευκρών (ακόλουθοι του Τεύκρου, αδελφού του Αιαντα οι οποίοι έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο), αλλά και των Τρώων.- Ντενυέν . Επίσης παραπλήσιο όνομα των Δαναών,- Σεκελές… Προφανώς Ίωνες Σικελοί.
Οι Χετταίοι επίσης κάνουν αναφορές σε ένα μεγάλο βασίλειο στα δυτικά του Αιγαίου, το ονόμαζαν «Αχιγιάβα» (κοινή ρίζα με το Αχαιός , χώρα των Αχαιών), του οποίου ο βασιλιάς αναφέρουν ήταν ισοδύναμος του Χετταίου βασιλιά. Επίσης, γίνεται λόγος και για μια συνομοσπονδία πόλεων (Ασσούα, πιθανή σχέση με τον αρχαίο ελληνικό όρο Ασία) στη βορειοδυτική Μικρά Ασία και την απέναντι Θρακική ακτή, στην οποία ανήκει και η πόλη Ιουλούσα.( Οι μελετητές θεωρούν ότι πρόκειται για την Τροία).
Σε ένα Χεττιτικό κείμενο αναφέρεται ως βασιλιάς της κάποιος Αλακάσαντου, όνομα που πιθανόν αναφέρεται στον γιο του Πριάμου Πάρη, που ονομάζονταν και Αλέξανδρος. Σε κάποιο άλλο κείμενο (περίπου 1250 π.Χ.) που διασώζεται αποσπασματικά και απευθύνεται στον βασιλιά των Αχαιών (Αχιγιάβα), αναφέρει ότι στην περιοχή της Τροίας είχαν εμπλακεί δυνάμεις και των δύο μεγάλων βασιλείων.
Η συνομοσπονδία των πόλεων στην οποία ανήκε η Τροία κατά την Χετταιο-Αιγυπτιακή μάχη στο Καντές της σημερινής Συρίας (περίπου 1240-1210 π.χ), ενώ αρχικά ήταν να πολεμήσει με το μέρος των Χετταίων, τάχθηκε με τους Αιγύπτιους…..Τις επόμενες δεκαετίες οι Χετταίοι εκστράτευσαν εναντίον αυτής της συνομοσπονδίας αλλά δεν κατάφεραν να την υποτάξουν. Είναι πιθανόν ο Τρωικός πόλεμος να ήταν εκτεταμένη πολεμική σύγκρουση μεταξύ των Δαναών- Αχαιών και της συνομοσπονδίας αυτής που ανήκε και η πόλη της Τροίας (Ασσούα, κατά τα Χετιτικά αρχεία).। Αυτό συμβαδίζει και με τις αρχαίες αφηγήσεις: αποβίβαση στην Μυσία, εκστρατείες του Αχιλλέα και του Αίαντα του Τελαμώνιου σε Φρυγία και Θράκη.
Σύμφωνα με την Θάλασσας μετά την καταστροφή της Τροίας, οι Έλληνες λόγω των ιεροσυλιών που είχαν διαπράξει κατά την διάρκεια του πολέμου της Τροίας, είχαν προκαλέσει την οργή των Θεών.
Για αυτό πολλά από τα πλοία των Ελλήνων στο ταξίδι του γυρισμού χάθηκαν ή προσάραξαν σε μακρινές χώρες ιδρύοντας πόλεις και εποικίζοντας ακατοίκητα νησιά ή περιοχές. Ίσως βέβαια να μην ήταν ατύχημα ή τιμωρία των Θεών η διασπορά του τεράστιου αυτού στόλου, καθώς είναι επόμενο μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις μετά από σπουδαίες νίκες να διακρίνονται από αλαζονεία και έπαρση που οδηγούν σε νέες επεκτατικές επιθέσεις. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως η περίοδος από το 1400 π.χ έως το 1.200 π.χ, είναι μία περίοδος συνεχών και πολλών πολεμικών συγκρούσεων σε όλη την λεκάνη της Μεσογείου.
Η πιο γνωστή ιστορία περιπλάνησης μετά την Τροία είναι αυτή του Οδυσσέα, υπάρχουν όμως επίσης πολλές ακόμα αναφορές που κάνουν λόγο για τους υπόλοιπους ήρωες και για τις περιπλανήσεις τους.
Ο στόλος του Μενέλαου για παράδειγμα παρασυρμένος από τους ανέμους πέρασε από την Κρήτη, την Κύπρο, την Φοινίκη, την Λιβύη και την Αίγυπτο. Τα πέντε εναπομείναντα πλοία ήταν αδύνατο να επιστρέψουν λόγω των έντονων ανέμων. Ο Μενέλαος έμαθε τελικά από τον θαλάσσιο θεό Πρωτέα, ποιες θυσίες έπρεπε να κάνει στους οργισμένους Θεούς για να του επιτραπεί η επιστροφή του στην πατρίδα. «Καὶ τὸν ἀπείκασε ὁ ξανθὸς Μενέλαος σὰ μιλοῦσε, καὶ τοὺς φωνάζει καὶ λαλεῖ μὲ φτερωμένα λόγια• “Ποιός ἄνθρωπος, παιδάκια μου, μετριέται μὲ τὸ Δία; ἀθάνατοί ‘ναι οἱ πύργοι του καὶ τὰ καλά του ἐκείνου• θνητὸς μονάχα στὰ καλὰ μ’ ἐμένανε μετριέται, ἢ κι ὄχι• τὶ μὲ πάθια μου καὶ μὲ πολλὰ ταξίδια μὲς στὰ καράβια τά ‘φερα χρόνους ὀχτὼ γυρνώντας• Κύπρο, Φοινίκη διάβηκα, Αἴγυπτο, Αἰθιοπία, καὶ Σιδονιῶτες κι Ἐρεμπούς, καὶ τῆς Λιβύας τὴ χώρα…» Ραψωδια δ 80-85στιχοι.
Σύμφωνα με την «Παλινωδία» του ποιητή του 6ου π.Χ. αιώνα Στησίχορου, όπως αναφέρεται στον «Φαίδρο» του Πλάτωνα, η Ελένη που είχε απαχθεί από τον Πάρη ήταν απλά ένα ομοίωμά της, και η πραγματική Ελένη βρίσκονταν όλο αυτό το διάστημα στην Αίγυπτο, όπου ξανάσμιξε με τον Μενέλαο. Τελικά, ο Μενέλαος επέστρεψε μαζί με την ωραία Ελένη οχτώ χρόνια μετά το πέρας του Τρωικού πολέμου.
Παρομοίως ο Αγαπήνορας γιος του Αργοναύτη Αγκαίου και εγγονός του Λυκούργου, 10ος μυθικός βασιλιάς της αρχαίας Αρκαδίας, ιδρυτής και βασιλιάς της Πάφου, πήρε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο ως αρχηγός των Αρκάδων με 60 πλοία που του παραχώρησε ο Αγαμέμνονας. Φέρεται επίσης να ήταν ανάμεσα στους πολεμιστές που κρύφτηκαν μέσα στον Δούρειο Ίππο. Και το δικό του πλοίο κατά την επιστροφή από την Τροία, παρασύρθηκε στις ακτές της Κύπρου, όπου και έμεινε οριστικά σύμφωνα με τους Όμηρο και Παυσανία ιδρύοντας την Πάφο.
Ένας άλλος ήρωας του Τρωικού πολέμου που ίδρυσε πολλές πόλεις ήταν ο Μόψος, ο οποίος αναφέρεται ως οικιστής της Κολοφώνας. Εκδίωξε τους ντόπιους Κάρες και επέκτεινε την εδαφική επικράτεια της πόλης του. Ο Μόψος ήταν διάσημος μάντης εφόσον κατάφερε να νικήσει στη μαντική τέχνη τον περίφημο μάντη Κάλχα, όταν το πλοίο του δεύτερου πετάχτηκε από την τρικυμία στις ακτές του Κολοφώνα κατά την επιστροφή από την Τροία. Σύμφωνα με μία παράδοση, ο Κάλχας και οι σύντροφοί του πήγαν με τα πόδια ως την πόλη αυτή. Εκεί ο Κάλχας συνάντησε τον Μόψο, ήδη γνωστό μάντη. Κοντά στο σπίτι του Μόψου υπήρχε μια συκιά. Ο Κάλχας ρώτησε τον Μόψο πόσα σύκα κάνει και ο Μόψος απάντησε: «Δέκα χιλιάδες και ένα καλάθι και ένα ακόμα σύκο».
Επαληθεύθηκε ότι ο Μόψος είχε δίκιο. Τότε ο Μόψος ρώτησε τον Κάλχα: «Η γουρούνα που βλέπεις εδώ πόσα γουρουνάκια έχει στην κοιλιά της και πότε θα τα γεννήσει;» Ο Κάλχας απάντησε «8». Ο Μόψος τον πληροφόρησε τότε ότι έκανε λάθος: τα μικρά ήταν εννέα, όλα αρσενικά, και η γουρούνα θα τα γεννούσε στις 6 η ώρα της επόμενης ημέρας, όπως και έγινε. Ο Κάλχας λυπήθηκε τόσο από την ήττα του, ώστε πέθανε από τη λύπη του ή αυτοκτόνησε. Ο παραπάνω μύθος διαδόθηκε μέχρι τη Συρία και τη Φοινίκη.
Ο Μόψος φέρεται να έχει ιδρύσει και πολλές άλλες πόλεις κυρίως στην
Μικρά Ασία. Όπως η Άσπενδος και η Μοψουεστία ( «Μόψου Εστία») η Παμφυλία ( η οποία ονομαζόταν παλαιότερα «Μοψοπία»), αλλά και η πόλη Μάλλο που ίδρυσε μαζί με τον Αμφίλοχο, γιο του Αμφιαράου, έναν ηγέτη των Αχαιών που προηγουμένως ακολουθούσε τον Κάλχα.
Ο Θεόπομπος αναφέρει ότι η πόλη της Ρόδου πήρε το όνομα της μίας από τις τρεις κόρες του. Οι ιστορικοί Αθήναιος και Πομπώνιος Μέλας αναφέρουν πως ο Μόψος έγινε οικιστής της Φασήλιδος. Τέλος αναφέρεται ότι η Ιεράπολη της Φρυγίας γύρω στο 2ο αι. μ.Χ. έκοψε χάλκινα νομίσματα που έφεραν τη μορφή του Μόψου, με το όνομα του ήρωα χαραγμένο σε αυτά.
Είναι προφανές λοιπόν πως η περίοδος αυτή συνδέεται με μία μεγάλης κλίμακας επέκταση και αποίκηση των φυλών των Ελλήνων σε όλη την Μεσόγειο, οποία επέφερε σίγουρα επέφερε και συγκρούσεις για τις οποίες υπάρχουν πολλές αναφορές.
Εφόσον οι επεκτάσεις αυτές γίνονταν κατά κύριο λόγο δια μέσω θαλάσσης, υποδεικνύουν ανεπτυγμένες ναυτικές δυνάμεις.
Όπως έχω εξάλλου περιγράψει σε προηγούμενο άρθρο μου, ήδη από το 3000 π.χ. τα ταξίδια γίνονται όχι μόνο στην λεκάνη της Μεσογείου, αλλά και πέρα του Ατλαντικού.
Σύμφωνα δε με νεότερη έρευνα του Δρ. Μηνά Τσικριτσή που βασίζεται σε κείμενο του Πλουτάρχου, («Περί του εμφαινομένου προσώπου τω κύκλω της Σελήνης»παρ. 941Α-942) , περιγράφεται το ταξίδι των Ελλήνων σε μία ήπειρο η οποία βρίσκονταν «δυτικά των τριών νησιών και βορειοδυτικά της Βρετανίας».
Αυτή η Ήπειρος ήταν η Αμερική, στην οποία αναφέρει ότι κατοικούσαν Έλληνες από παλιά και μετά την αποστολή του Μυκηναΐου Ηρακλή, πιθανόν τον 15ο αιώνα πΧ, αναθερμάνθηκε το ελληνικό στοιχείο που έσβηνε από τις επιμειξίες με τους ντόπιους. Όπως αναφέρει ο κ. Τσικριτσής: «όλα αυτά αποδεικνύονται με αστρονομικά στοιχεία, η επεξεργασία των οποίων έγινε με τη βοήθεια προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών επιβεβαιώνοντας τον χρονολογικό προσδιορισμό του ταξιδιού που περιγράφει ο Πλούταρχος».
Ας δούμε όμως και ποίος ήταν ο Δαναός σύμφωνα με την μυθιστορία, το όνομα του οποίου πήραν οι Δαναοί – Έλληνες.
Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία, ο Δαναός ήταν πρόγονος του Περσέα και γιος του βασιλιά της Αιγύπτου Βήλου. Μητέρα του ήταν η κόρη του Νείλου Αγχινόη, και αδελφός του ήταν ο Αίγυπτος.
Στον Δαναό ο Βήλος έδωσε το βασίλειο της Λιβύης, ενώ τον Αίγυπτο τον όρισε διάδοχό του। Από το γάμο τους με πολλές γυναίκες τα δύο αδέλφια απέκτησαν πολλά παιδιά. Πενήντα γιους ο Αίγυπτος, και πενήντα κόρες ο Δαναός. Μετά τον θάνατο του πατέρα τους, τα αδέλφια ήρθαν σε ρήξη, εξαιτίας των επεκτατικών βλέψεων του Αιγύπτου στην πατρική κληρονομιά. Θέλοντας να συμφιλιωθούν, ο Αίγυπτος πρότεινε στον Δαναό να νυμφευθούν οι γιοι του τις πενήντα κόρες του. Ο Δαναός απέρριπτε συστηματικά την πρόταση του αδελφού του να νυμφευθούν οι ανεψιοί του τις πενήντα κόρες του, θεωρώντας τους γάμους ανόσια πράξη. Για να απαλλαγεί από την ασφυκτική επιμονή του αδελφού του και να γλιτώσει από την εκπλήρωση του θανατηφόρου χρησμού, που έλεγε πως θα δολοφονηθεί από γιο του αδελφού του, ο Δαναός αποφάσισε να εγκαταλείψει το βασίλειό του, και να ζητήσει καταφύγιο στην προγονική του κοιτίδα, την Ελλάδα.
Με τις οδηγίες της Αθηνάς ναυπήγησε πρώτος μια πεντηκόντορο (πενηντάκωπο πλοίο) την Δαναΐδα, και παίρνοντας τις κόρες του αναχώρησε με προορισμό το Λιμάνι του Άργους. Έτσι εκπληρώθηκε και η προφητεία που είχε δώσει ο Προμηθεύς στην πρόγονο του Δαναού Ιώ: «Πέμπτη μετά από αυτόν (τον Έπαφο) γενιά γυναικεία, με τις πενήντα κόρες πάλι στο Άργος αθέλητά της θα’ ρθη, των ξαδέρφων γάμο συγγενικό για να ξεφύγει κι αυτοί φρενιασμένοι από τον πόθο, σαν τα γεράκια θα ριχτούν ξοπίσω σε περιστέρες, κυνηγώντας γάμους αταίριαστους.»
Όταν επέστρεψε στο Άργος ο Δαναός εκεί βασίλευε ο Γελάνωρ από τον οποίο ο Δαναός ζήτησε να του παραδώσει την εξουσία, αφού του έκανε γνωστή την καταγωγή του. Ο γέροντας και χωρίς διάδοχο Γελάνωρ έφερε αντιρρήσεις, με την επέμβαση όμως του λαού του Αργους του παρεχώρησε τον θρόνο.
Ένας οιωνός βοήθησε σε αυτό, καθώς την χρονική εκείνη περίοδο ένας λύκος νίκησε ένα ταύρο προστάτη μιας αγέλης βοδιών, που έβοσκε μπροστά στα τείχη. Στην πάλη αυτή νικητής αναδείχθηκε ο λύκος. Οι Αργείοι που είχαν συγκεντρωθεί και παρακολουθούσαν, ταύτισαν τον ταύρο με τον Γελάνορα, και έκριναν ότι ο μοναχικός λύκος αντιπροσώπευε τον ξενόφερτο Δαναό.
Ο Δαναός έχτισε στο Άργος την ακρόπολη με τεράστιους λαξευτούς ογκόλιθους, που ονομάσθηκε Λάρισα από την κόρη του βασιλιά Πελασγού. Στην κορυφή της έχτισε ναό προς τιμήν του Λαρισαίου Διός, όπου τοποθετήθηκε ξόανο (ξύλινο ομοίωμα) του θεού.
Θέσε νόμους, καθιέρωσε την λατρεία της Αθηνάς και τα θεσμοφόρια, και δίδαξε την ναυπήγηση νέου τύπου πλοίων, καταλληλότερων για μακρινά ταξίδια. Η γη του Άργους έγινε πλούσια με τα αρδευτικά έργα που δίδαξαν στους Αργείους ο Δαναός και οι κόρες του. Αύξησαν επίσης τον φυτικό πλούτο, με την καλλιέργεια νέων άγνωστων φυτών που μετέφεραν από την προηγούμενη πατρίδα τους.
Οι Αργείοι, για να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους στον ευεργέτη τους Δαναό, τον ενταφίασαν στο κέντρο της αγοράς, και κόσμησαν τον τάφο του με λαμπρό μνημείο το οποίο ονόμασαν «Πλίνθιον», ενώ στους Δελφούς έστησαν ανδριάντα .
Δεν άργησε όμως να καταπλεύσει ο Αίγυπτος με τους πενήντα γιους του και αξίωσε να πραγματοποιηθούν με τη βία οι αιμομικτικοί γάμοι. Ο Δαναός προσποιήθηκε ότι δέχεται. Αφού έγινε κλήρωση για να γνωρίζει ο κάθε νέος ποια νύμφη θα παντρευτεί, ακολούθησαν οι γαμήλιες τελετές.
Τη νύχτα όμως του γάμου ο Δαναός, έδωσε σε κάθε κόρη του ένα εγχειρίδιο με την εντολή να θανατώσουν τους συζύγους στον ύπνο τους. Οι Δαναΐδες υπάκουσαν και πραγματοποίησαν την πατρική διαταγή εκτός από δύο, την Ρόδη (ή Βεβρύκη) σύζυγο του Ιππόλυτου και την Υπερμνήστρα. Από το χέρι του Λυγκέα βρήκε τελικά τον θάνατο ο Δαναός, και έτσι επαληθεύτηκε ο χρησμός του Αιγύπτιου μάντη.
Ο Δαναός όρισε με νόμο στην συνέχεια, οι Αργείοι από Πελασγοί στο εξής να λέγονται Δαναοί, ονομασία που στα Ομηρικά έπη συμπεριλαμβάνει το σύνολο των Ελλήνων της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, χαρακτηρίζοντας τους Έλληνες ως μίαν ολότητα: «κατ’ Ευριπίδην, Πελασγιώτας δ’ ονομασμένους το πριν, Δαναούς καλείσθαι νόμον έθηκαν Ελλάδα».
Όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω, είναι προφανές πως οι μετακινήσεις αλλά και οι συγκρούσεις ανάμεσα στους Αχαιούς- Δαναούς (Έλληνες) και στους Αιγυπτίους, περιγράφονται τόσο μέσα από τις μυθολογικές αναφορές, όσο και από αρχαία κείμενα που έφτασαν έως εμάς.
Εάν δε, ευσταθούν οι αναφορές για το τεράστιο μέγεθος του στρατού των Αχαιών- Δαναών που έλαβαν μέρος στην εκστρατεία της Τροίας (ο μεγαλύτερος στρατός που αναφέρεται εκείνη την εποχή), τότε είναι προφανές πως τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος των «Λαών της θάλασσας», δεν ήταν άλλοι από τους Αχαιούς – Δαναούς.
Παραπομπές:
(1). Από διαφορετικούς συγγραφείς έχουν διατυπωθεί διαφορετικά έτη: κατά τον Έφορο από την Κύμη το 1135 π.Χ, τον Σωσίβιο το 1172 π.Χ, τον Ερατοσθένη το 1184/83 π.Χ, τον Τιμαίο ο 1193 π.Χ, το Πάριο χρονικό το 1209 π.Χ ή τον Ηρόδοτο το 1250 π.Χ.”
(2). Οι Έλληνες στα Ομηρικά έπη καλούνται «Δαναοί» («φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντες») και «Αργείοι» και «Αχαιοί» και η λέξη «Έλληνες» αναφέρεται μόνο στον κατάλογο των νέων (Β΄ 684), δηλαδή με την στενή έννοια, σήμαινε τους κατοίκους του κράτους του Πηλέα της Θεσσαλικής Ελλάδος. Εμφανίζεται η λέξη «Πανέλληνες» (Β530) που προφανώς σημαίνει το σύνολο των Ελλήνων. Η λέξη Πανέλληνες που δηλώνει όλο το Ελληνικό γένος συναντάται πρώτη φορά στον Ησίοδο τον Ζ’ π.Χ. αιώνα (Έργα 528) και στον Αρχίλοχο (απ. 52). Κατά τις αρχές του ΣΤ΄ αιώνα υπήρχε ο όρος Έλληνες σε κοινή χρήση σημαίνοντας το σύνολο των Ελλήνων εφόσον προτού του 580 είχε επικρατήσει η λέξη «Ελλανοδίκαι» που δήλωνε τους κριτές των Ολυμπιακών αγώνων.(3). Οι Πελασγοί είναι ένα από τα αυτόχθονα προελληνικά φύλα , γενάρχης των οποίων ήταν ο Πελασγός.