Πέντε Μύθοι Αρχαίων Πολιτισμών για τον Ήλιο

Στις μέρες μας οι εκλείψεις δεν έχουν καμία αύρα μυστηρίου γύρω τους – απλά συμβαίνουν όταν το φεγγάρι περνά ανάμεσα από τη Γη και τον ήλιο. Όλες οι κινήσεις του άστρου μας δεν προκαλούν καμία έκπληξη. Ωστόσο, σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, γεννήθηκαν πολλοί μύθοι για τον ήλιο.

Ορίστε λοιπόν πέντε μύθοι που προσπάθησαν να εξηγήσουν το πλησιέστερο σε μας άστρο!

Πώς ο Χου Γι έριξε ένα βέλος στον ήλιο

Σύμφωνα με την κινεζική μυθολογία, ο ουρανός είχε δέκα ήλιους. Κάθε μέρα, η θεά του ήλιου Σίχο επέλεγε έναν από τους ήλιους (που ήταν και γιοι της) και τον έστελνε να διατρέξει τον ουράνιο θόλο με το άρμα της. Εν τω μεταξύ, οι υπόλοιποι εννιά έπαιζαν.

Το σύστημα αυτό λειτουργούσε μια χαρά έως ότου οι ήλιοι βαρέθηκαν. Αποφάσισαν να διατρέξουν τον ουρανό όλοι μαζί, προκειμένου να παραγάγουν τόσο φως και ζέστη ώστε να πάρουν ρεπό μερικές μέρες. Όμως, αυτό ξέρανε τους ποταμούς, έκαψε τη γη και οδήγησε σε ξηρασία.

Ο θεός του ήλιου Ντιτζούν λυπήθηκε τους θνητούς και κάλεσε τον μεγάλο τοξότη Χου Γι. Ο θρύλος λέει ότι ο Χου Γι τόξευσε τους εννέα αλλά δεν σκότωσε τον δέκατο, σώζοντας τη γη από το αιώνιο σκότος. Οι αρχαίοι κινεζικοί θρύλοι λένε ότι ένας δαίμονας έτρωγε τον ήλιο (έκλειψη), κι έτσι ο λαός χτυπούσε τύμπανα για να διώξει τον …ηλιοφάγο. Βέβαια, οι Κινέζοι αστρονόμοι είχαν κατανοήσει απόλυτα τις εκλείψεις από το …720 π.Χ!

Κυνηγημένος από λύκους

Στην αρχαία νορβηγική μυθολογία, η ηλιακή θεά Σολ ταξιδεύει στον ουρανό κυνηγημένη από το λύκο Σκόελ που θέλει να την καταβροχθίσει (και ο αδερφός του, ο Χάτι, κυνηγά το φεγγάρι τη νύχτα). Λεγόταν ότι οι εκλείψεις ήταν σημάδι πως ο Σκόελ πλησίαζε επικίνδυνα τη Σολ.

Για την ακρίβεια, οι Νορβηγοί πίστευαν ότι κάποια μέρα ο ήλιος θα καταβροχθισθεί. Η μυθολογία προέβλεπε μια τεράστια μάχη, το Ράγκναροκ, όπου οι μεγάλοι θεοί θα πέθαιναν και η γη θα πλημμύριζε. Αυτή η αποκαλυπτική σύγκρουση θα σάρωνε τη γη, η οποία θα επανακατοικούταν από ένα ζευγάρι ανθρώπων που θα επιζούσαν από την καταστροφή.

Ταξιδεύοντας με την ηλιακή βάρκα

Ο Ρα, ο θεός με το κεφάλι γερακιού, είναι μια από τις σημαντικότερες θεότητες στο αιγυπτιακό πάνθεον. Ο θρύλος λέει ότι ο Ρα πλοηγούσε μια βάρκα κατά μήκος του ουρανού κάθε μέρα. Η βάρκα ονομαζόταν Μαντζέτ, που σημαίνει «η βάρκα των εκατομμυρίων ετών».

Τη νύχτα, ο Ρα επέστρεφε στον κάτω κόσμο, δίνοντας φως στους νεκρούς. Όμως, ήταν ένα επικίνδυνο ταξίδι: ο Απέπ, ο κακός θεός-ερπετό, προσπαθούσε να εμποδίσει τον Ρα, τρώγοντάς τον. Οι ηλιακές εκλείψεις θεωρούνταν επιτυχημένες απόπειρες του Απέπ, όμως ο Ρα πάντα του ξέφευγε.

Ζηλιάρικο άστρο

Σύμφωνα με ένα μύθο των ινδιάνων Τσερόκι, ο ήλιος ζήλεψε τον αδερφό του το φεγγάρι επειδή οι άνθρωποι μισόκλειναν τα μάτια κοιτώντας τον ίδιο, ενώ έβλεπαν το φεγγάρι με χαρά και ηρεμία. Ο ήλιος, οργισμένος για τους μορφασμούς που έκαναν οι άνθρωποι όταν τον κοιτούσαν, έμεινε στο κέντρο του ουρανού (όπου ζούσε μια κόρη του) και εξαπέλυσε κύματα ζέστης που σκότωναν τους ανθρώπους.

Τότε, οι άνθρωποι στράφηκαν στους Μικρούς Ανθρώπους, που, σύμφωνα με τη μυθολογία των Τσερόκι, ήταν μικρόσωμα πλάσματα που ζούσαν στα δάση. Οι Μικροί Άνθρωποι είπαν πως ο ήλιος πρέπει να πεθάνει, οπότε μεταμόρφωσαν έναν άνθρωπο σε κροταλία κι έναν άλλον σε ένα τρομακτικό ερπετό, το Ουκτένα.

Ο κροταλίας έφτασε στο σπίτι της κόρης του ήλιου για να περιμένει το άστρο. Όμως, καθώς περίμενε, η κόρη του ήλιου άνοιξε την πόρτα της. Ο κροταλίας δάγκωσε κατά λάθος αυτήν, σκοτώνοντάς την. Όταν ο ήλιος ήρθε να δει την κόρη του, ανακάλυψε το πτώμα της και άρχισε να κλαίει, πλημμυρίζοντας τη γη.

Οι άνθρωποι, απελπισμένοι στην προσπάθειά τους να ευχαριστήσουν τον ήλιο για να μην κλαίει, προσπάθησαν να φέρουν την κόρη του από τη χώρα των νεκρών, αλλά φυσικά απέτυχαν· ξεκίνησαν λοιπόν να χορεύουν και να παίζουν μουσική – και ο ήλιος ήταν ξανά ευχαριστημένος.

Μη βιάζεσαι, Ήλιε!

Ο λαός των Μαορί της Νέας Ζηλανδίας διηγείται μια ιστορία για μια εποχή όπου οι μέρες ήταν πολύ μικρότερες. Ο ήρωας Μάουι συχνά άκουγε τους αδερφούς του να παραπονιούνται για την έλλειψη φωτός, οπότε αποφάσισε να δαμάσει τον ήλιο. Τα αδέρφια του, για να τον βοηθήσουν, του έδωσαν ένα δίχτυ από λινάρι.

Τότε, ο Μάουι και τα αδέρφια του ξεκίνησαν για την ανατολή για να βρουν το σπίτι του ήλιου. Κάλυψαν την είσοδο της σπηλιάς του με τα δίχτυα και αλείφτηκαν με πηλό για να προστατευτούν από τη θερμότητά του. Όταν ο ήλιος βγήκε, πιάστηκε στα δίχτυα. Ο Μάουι ξεκίνησε να τον χτυπά, και ο ήλιος κουράστηκε τόσο πολύ που δεν μπορούσε πια να τρέχει στον ουρανό. Έτσι, οι μέρες έγιναν μεγαλύτερες.

newsbeast.gr