Ανέκδοτο: Συναντιούνται 2 φίλοι από τα παλιά στον δρόμο.
Ωπ, ρε φίλε τι κάνεις! Χρόνια και ζαμάνια! Αγκαλιές, φιλιά, χαρές.
Λέει ο πρώτος:
– Ρε Μήτσο, θες να πάμε σπίτι να γνωρίσεις και την οικογένεια;
– Πάμε ρε!
Όταν έφτασαν, άνοιξαν την πόρτα και είδαν την γυναίκα του να πλένει τα πιάτα.
– Ήρθες, ρε ακαμάτη; Τί ώρα είναι αυτή; Έφερες ρε και το γομάρι τον φίλο σου; Εγώ μαγείρεψα μόνο για την οικογένειά μου, οπότε πάρτε τα κουβαδάκια σας και σε άλλη παραλία!
Μπαίνει ο γιος στο σαλόνι.
– Γεια σου, γέρο!
Μπαίνει η πεθερά.
– Ήρθες, ρε αχαΐρευτε; Γιατί δεν πας στο καλό, να αφήσεις το κοριτσάκι μου ήσυχο, καημένε;
Ο Μήτσος, σκουντάει διακριτικά το φίλο του, ύστερα από όλα αυτά που έχει ακούσει και του λέει:
– Ρε φίλε, δεν πάμε καλύτερα στο δικό μου σπίτι; Εδώ τα πράγματα είναι λίγο άγρια…
– Να πάτε στον αγύριστο! φωνάζει η πεθερά.
Και οι δύο φίλοι έφυγαν. Μόλις έφτασαν στο σπίτι του Μήτσου, είδαν την γυναίκα του να μαγειρεύει.
– Ήρθες, αντρούλη μου; Κολώνα του σπιτιού μου! Έφερες βλέπω και τον φίλο σου! Καλά έκανες, αγάπη μου!
– Γεια σου μπαμπακούλι, του λέει η κόρη του σε στάση προσοχής.
– Γαμπρούλη μου, καλωσόρισες! Το φαγητό είναι έτοιμο, ωραίο και ζεστό!, είπε με χαμόγελο και η πεθερά.
Έκπληκτος ο φίλος του Μήτσου στράφηκε:
– Ρε φίλε, πώς τους καταφέρνεις όλους και σου φέρονται έτσι;
– Να, είναι απλό. Όλα άρχισαν από μια γάτα. Μια μέρα την είδα να κοιμάται στο κρεβάτι μου. Της δείχνω κίτρινη κάρτα. Μια άλλη φορά μπλέχτηκε στα πόδια μου. Της δείχνω πάλι κίτρινη κάρτα. Ως τώρα είχε δύο κίτρινες. Μία άλλη φορά την είδα να τρώει από το πιάτο μου! Της δείχνω κίτρινη κάρτα, τραβάω το περίστροφο και την καθαρίζω.
Ο φίλος του παρακολουθούσε τόση ώρα, αλλά δεν καταλάβαινε που το πήγαινε ο Μήτσος, τόση ώρα με τη γάτα και τις κίτρινες κάρτες.
Ο Μήτσος το κατάλαβε και του εξήγησε:
– Όλοι αυτοί που βλέπεις εδώ μέσα έχουν ήδη από 2 κίτρινες κάρτες!
fanpage.gr και outelogos / Image by VisualGeneration from depositphotos.com