Image by grgroupstock from depositphotos

Ανέκδοτο: Στο καφενείο του χωριού δύο άντρες λένε πόσες έχουν πάρει

Στην πλατεία ενός χωριού, σε ένα καφενείο, κάθονται ο γκόμενος του χωριού και ένας γεράκος, ο οποίος μπορεί να είναι και ο γεροντότερος, εκεί. Ενώ τα λένε, κάποια στιγμή περνάει μια όμορφη νέα και ο γκόμενος λέει στον γέροντα:

– Καλό, ε, παππού. Πως σου φαίνεται;

– Ναι, όμορφη είναι, παιδί μου.

– Την έχω πάρει! λέει ο άντρας όλο περηφάνια.

– Κι εγώ, παιδί μου.

Ο γκόμενος του χωριού, ξαφνιάζεται. Στην επόμενη κοπέλα που περνάει, λέει:

– Όμορφο θηλυκό, ε, παππού; Την έχω πάρει κι αυτή.

– Ναι παιδί μου. Σαν τα κρύα τα νερά είναι. Κι εγώ την έχω πάρει.

– Ρε γέρο, μας κοροϊδεύεις;

– Όχι, παιδί μου. Μπέσα σου μιλάω.

Περνάει μετά μια άλλη κυρία. Πανέμορφη κι αυτή.

– Γι αυτήν τι λες; ρωτάει ο γκόμενος. Την έχω πάρει κι αυτήν.

– Ναι παιδί μου. Και εγώ την έχω πάρει.

Περνάει μία άσχημη, αλλά με φοβερό κορμί. Ο ίδιος διάλογος. Νευριάζει ο γκόμενος του χωριού και κάνει μία συμφωνία στον παππού:

– Λοιπόν γέρο, άκου για να τελειώνουμε. Όταν περνάει κάποια θα χτυπάω το χέρι στο τραπέζι «τακ τακ», αν την έχω πάρει. Θα κάνεις κι εσύ το ίδιο «τακ τακ».

Πέρασαν φοβερές γυναίκες, όμορφες, λιγότερο όμορφες, άσχημες, αδύνατες, παχουλές, ψηλές, κοντές, ξανθιές, μελαχρινές και κάθε φορά χτυπούσε το χέρι του ο γκόμενος του χωριού «τακ τακ», το ίδιο και ο παππούς για κάθε μία από αυτές «τακ τακ».

Σε κάποια φάση, έξαλλος ο γκομενάκιας, σηκώνεται όρθιος και τσαντισμένος, έτοιμος να στραγγαλίσει το γέρο του λέει:

– Λοιπόν γέρο, για να τελειώνουμε. Έχω πάρει ό,τι θηλυκό υπάρχει σε όλη την επικράτεια του χωριού. Όλες! Τ’ ακούς; Όλες! Εκτός από την μάνα μου, φυσικά.

Και ο παππούς:

– «Τακ τακ!»

diadrastika / Image by grgroupstock from depositphotos.com