Ανέκδοτο: Γυρνάει ο Θανάσης ξημερώματα στο σπίτι του στις μύτες των ποδιών του για να μην ξυπνήσει την γυναίκα του
Επιστρέφει ξημερώματα στο σπίτι του ο Θανάσης, τύφλα στο μεθύσι. Πατάει στις μύτες των ποδιών του, όσο μπορεί χωρίς να χάσει την ισορροπία του για να μην ξυπνήσει τη γυναίκα του και ξαπλώνει για να κοιμηθεί αλλά πεθαίνει στον ύπνο του.
Την ώρα που φτάνει στην Πύλη του Παραδείσου αρχίζει να χτυπιέται και να φωνάζει:
«Δε θέλω να πεθάνω, αφήστε με να ζήσω, γυρίστε με πίσω!»
Ο Άγιος Πέτρος που τον υποδέχτηκε του εξήγησε ότι δεν γίνεται αυτό, και ότι όποιος φτάσει μέχρι εδώ, με τίποτα δεν γυρίζει πίσω.
Ο Θανάσης συνέχισε να φωνάζει και να οδύρεται και να λέει ότι δεν ήταν η ώρα του ακόμα γιατί είχε πολλά ακόμα να κάνει.
Τέλος πάντων, ο Άγιος τον λυπήθηκε και του έδωσε την ευκαιρία να γυρίσει πίσω, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά θα επέστρεφε σαν κότα σε μια φάρμα κοντά στο σπίτι του.
Απογοητεύτηκε ο Θανάσης αλλά δέχτηκε αφού δεν είχε άλλη επιλογή. Την ίδια στιγμή έβγαλε φτερά και βρέθηκε κοντά στην γειτονιά του. Πολύ γρήγορα του ήρθε μια παράξενη αίσθηση στην κοιλιά, έσπρωξε κι έβγαλε ένα αυγό.
Το κοίταξε και από τον ενθουσιασμό του συνέχισε να σπρώχνει και να κάνει το ένα αυγό μετά το άλλο.
Ξαφνικά ένιωσε ένα δυνατό χαστούκι κι άκουσε την φωνή της γυναίκας του να ουρλιάζει:
«Καλά βρε άχρηστε, καλά βρε ακαμάτη! Δεν φτάνει που γύρισες αργά, τύφλα, και κακάριζες όλη τη νύχτα… Μας έπηξες και στο σκ@τό!»
poly-gelio.gr / Image by yayayoyo from depositphotos.com