Ανέκδοτο: Πεθαίνει ένας εpwτομανής και βλέπει τον Σπαλιάρα στην Κόλαση
Πεθαίνει ένας και παρουσιάζεται μπροστά στον Άγιο Πέτρο, ο οποίος μόλις τον βλέπει καταλαβαίνει ότι κάτι τρέχει μ΄αυτόν και ανατρέχει γρήγορα στην λίστα με τα ονόματα για να διαβάσει το ιστορικό του. Στην συνέχεια του λέει:
— Εσύ είσαι σε ξoμανής. Έχεις δε, απατήσει τόσες πολλές φορές τη γυναίκα σου που δεν συγχωρείσαι με τίποτα! Πας κατευθείαν στην κόλαση, στην πτέρυγα των σε ξο.μανών, του λέει και τον στέλνει κατευθείαν στην κόλαση.
Εκεί, τον υποδέχεται ένας υπάλληλος και του λέει:
— Μην ανησυχείς. Σε αυτή την πτέρυγα είναι πολύ χαλαρά τα πράγματα. Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις αλλά δεν έχει καθόλου σ εξ! Εκτός αν πατήσεις αυτό το κόκκινο κουμπί.
Ο τύπος, μπαίνει μέσα ανακουφισμένος που δεν έχει καζάνια και φωτιές και κάνει αμέριμνος μία βόλτα. Ξαφνικά βλέπει μπροστά του τον Σπαλιάρα, που στη ζωή του κυκλοφορούσε με πανέμορφες γυναίκες, να είναι τώρα αγκαζέ με μία άσχημη γριά, κοντή και χοντρή.
— Ρε Γιάννη τι έγινε; Το γούστο σου ήταν πολύ καλύτερο θυμάμαι…, του λέει.
— Δεν άντεξα χωρίς σ εξ ρε φιλαράκο και πάτησα το κόκκινο κουμπί. Τώρα είμαι καταδικασμένος να είμαι μαζί της για πάντα και να το κάνω πρωί-μεσημέρι-βράδυ, του εξηγεί και φανερώνει το χέρι του που είναι δεμένο μαζί της με χειροπέδες.
Ο τύπος προχωράει πιο κάτω και βλέπει τον Σόμμερ, που είχε τρελάνει τις γυναίκες. Ήταν με μία μεσόκοπη παραμορφωμένη τρα βεστί αγκαζέ.
— Ρε Κώστα τι έγινε; Τι είναι αυτή που κυκλοφορείς;
— Ασε ρε πατριώτη… Δεν άντεξα και πάτησα το κόκκινο κουμπί. Τώρα είμαι καταδικασμένος να είμαι μαζί της για πάντα και να το κάνω πρωί-μεσημέρι-βράδυ, του εξηγεί και φανερώνει το χέρι του που είναι δεμένο μαζί της με χειροπέδες.
Προχωράει πιο κάτω και βλέπει τον Γκλέτσο, που ήταν κάθε μέρα και με διαφορετική γυναίκα, με μία φαφούτα, τριχωτή γιαγιά.
— Ρε Αποστόλη τι έγινε; Τι είναι αυτή η γιαγιά που κυκλοφορείς; του λέει.
— Άσε… δεν άντεξα, πάτησα το κόκκινο κουμπί και τώρα είμαι καταδικασμένος να το κάνω πρωί-μεσημέρι-βράδυ μαζί της για πάντα, του εξηγεί και φανερώνει το χέρι του που είναι δεμένο μαζί της με χειροπέδες.
Προχωράει πιο κάτω και βλέπει τον Σεφερλή με την Σκλεναρίκοβα αγκαζέ. Τα χάνει αμέσως με την εκθαμβωτική ομορφιά της γυναίκας και σπεύδει αμέσως να ρωτήσει τι συνέβη.
— Γεια σου ρε Μάρκο! του λέει Μπράβο! Έτσι σε θυμάμαι… μια ζωή να κυκλοφορείς με γυναικάρες. Να συμπεράνω πως δεν άντεξες οπότε και πάτησες το κόκκινο κουμπί; Όμως πως και δε σου έδωσαν κανένα μπάζο εσένα όπως στους άλλους;
Εκείνη τη στιγμή πετιέται η Σκλεναρικοβα και λέει:
— Άσε… Εγώ ήμουν που πάτησα το κόκκινο κουμπί! του εξηγεί και φανερώνει το χέρι της που είναι δεμένο μαζί του με χειροπέδες.
koolnews.gr / Image by lemonadeserenade from depositphotos.com