Σόκιν Ανέκδοτο: Η αθώα Μαρία και το πρώτο της ραντεβού
Καλό κορίτσι η Μαρία, αλλά πολύ αθώα. Η μητέρα της ανησυχούσε συνεχώς για το τι θα απογίνει. Όταν έμαθε ότι η κόρη θα έβγαινε ραντεβού και με έναν άγνωστο κόντεψε να πάθει έμφραγμα με τη σκέψη του τι μπορεί να συνέβαινε.
Την έπιασε λοιπόν, λίγο πριν φύγει, και την συμβούλεψε τα παρακάτω:
– Πρόσεξε κόρη μου. Τώρα που θα πας στο ραντεβού, αν, λέω αν, τυχόν ο συνοδός σου προσπαθήσει να σου πιάσει το στή8oς, θα του πεις “μη, έχει αγκάθι και τρυπάει”. Εντάξει;
— Ναι, μαμά μου.
— Και αν, αν λέω, προσπαθήσει να σε πιάσει χαμηλά, ξέρεις, ανάμεσα στα πόδια, θα τον σταματήσεις λέγοντας του: “Μη, είναι φούρνος και καίει”. Να θυμάσαι.
— Ναι, μαμά μου.
Χαρούμενη, και σίγουρη με τις συμβουλές τις μάνας της, φεύγει η Μαρία.
Περνούν οι ώρες, και όλο περνούν περισσότερες και η μητέρα της έβγαζε σπυράκια από την ανησυχία της, όσο αργοπορούσε η κόρη της να γυρίσει. Τι έκανε τόσες ώρες, τι να έπαθε, δεν τα συνηθίζει αυτά, και άλλα τέτοια, σκεφτόταν και φούντωνε.
Τελικά, λίγο πριν η μητέρα της ειδοποιήσει την αστυνομία να πάει να τη βρει, κατά τις τέσσερις το πρωί, εμφανίζεται στο κεφαλόσκαλο η Μαρία.
Η μάνα της, σίγουρη ότι είναι καλά, αρχίζει το κλασσικό μοτίβο:
– Που ήσουν παλιοκόριτσο, λωρίδες θα βγεις από τα χέρια μου, λέγε γρήγορα τι σου συνέβη και καλύτερα να είναι πιστευτό.
– Ήμουν με το Γιώργο μαμά. Με πήγε για φαγητό.
– Τόσες ώρες για φαγητό, ε; λέγε που πήγατε.
– Ε, να, μετά το φαγητό, πήγαμε μια βόλτα στην παραλία.
– Τι, βόλτα στην παραλία η δική μου κόρη! παλιοκόριτσο, θα σε ταράξω. Και μετά τι έγινε;
– Ε, καθίσαμε στα βραχάκια.
Η μάνα χλώμιασε…
– Τι;… Βραχάκια; Άκου βραχάκια! Και τι διάολο κάνατε στα βραχάκια;
– Ε, μιλούσαμε, και, να, κάποια στιγμή πήγε να μου πιάσει τα.. ξέρεις τώρα!
Η μάνα σταμάτησε κάθε κίνηση, ακόμα και να αναπνέει, ώσπου ρώτησε την κόρη της:
– Και εσύ πως αντέδρασες;
– Ε, φυσικά του είπα, σταμάτα, έχει αγκάθι και τρυπάει, όπως με συμβούλεψες.
Ξεφύσηξε με ανακούφιση η μάνα της:
– Α, πάλι καλά. Και τότε σε έφερε πίσω, ε; Ε; ρώτησε με προσδοκία.
– Εεεεε, όχι τότε ήταν που προσπάθησε να με πιάσει κάτω χαμηλά, ανάμεσα στα πόδια.
Μια έντονη έκφραση πανικού στο πρόσωπο της μητέρας. Το χρώμα γίνεται ωχρό λαχανί, και η παύση μεγαλύτερ μέχρι να την ρωτήσει:
– Και εσύ τι έκανες; τι έκανες, ε;
– Ε, μα ότι με συμβούλεψες, μαμά μου. Του είπα, μη, σταμάτα, είναι φούρνος και θα σε κάψει.
Η μάνα της ένιωσε μεγάλη ανακούφιση.
– Μπράβο κόρη μου. Τότε ήταν που σε παράτησε και γύρισες με τα πόδια, ε;
– Εεε, όχι ακριβώς, τότε είπε: “Να βάλω ένα λουκάνικο στον φούρνο σου για να το ψήσω;”
Ησυχία… Η μάνα δάγκωσε τη γλώσσα της και περίμενε να της έρθει το εγκεφαλικό από στιγμή σε στιγμή. Όμως, μετά από λίγο, ανασυγκροτήθηκε και ρώτησε την κόρη της:
– Και τι έγινε;
– Ε, ρε μάνα, δυόμισι ώρες το έψηνε, και όταν το έβαλε στο στόμα μου, ακόμη ωμό ήταν…
katharmata.net / Φωτογραφία από Welcome to All από το Pixabay