Ποιος είναι ο Νιμπίρου σύμφωνα με τους Ολύμπιους

Ποιος είναι ο Νιμπίρου σύμφωνα με τους Ολύμπιους
Γράφει ο Σπύρος Μακρής
περιεχόμενο φαντασίας, με στοιχεία δημιουργικής γραφής

Σε κάποια από τις πολλές επισκέψεις του στο Σπήλαιο των Ολύμπων, ο Διοσπολίτης ακολούθησε το γνωστό δρομολόγιο: Πλήρωσε το εισιτήριο, κατέβηκε με συνοδό-ξεναγό τον σχεδόν ελικοειδή διάδρομο που οδηγούσε αρκετά μέτρα κάτω από τη γη, μέσα στο δροσερό σπήλαιο. Κατέβηκε ακόμα μερικά από τα μεταλλικά σκαλάκια, ώσπου έφτασε μπροστά στην ανθρωπόμορφη φιγούρα. Ο ξεναγός – που είχε μάθει πλέον τι θα επακολουθούσε – πήγε παράμερα, έχοντας πάντα στο νου του, μήπως ο επισκέπτης γλιστρήσει και σκοτωθεί ή μήπως κάνει κάποια ζημιά στο φυσικό διάκοσμο. Ο Διοσπολίτης κοίταξε μέσα αλλά πέρα από τα μάτια της λίθινης παρειδωλίας και ρώτησε νοητικά: “Ποιος είναι ο Νιμπίρου;”

Ο Διοσπολίτης είναι ένας Έλληνας επαφικός που ισχυρίζεται ότι επικοινωνεί τακτικά με τους Ολύμπιους θεούς, μέσα από το Σπήλαιο των Ολύμπων, κοντά στο χωριό Ολύμποι, στη Χίο. Μέσα σε αυτό διακρίνεται καθαρά ένας φυσικός σχηματισμός που μοιάζει αρκετά με προτομή γυναίκας. Ο Διοσπολίτης, μέσω αυτού έρχεται σε πνευματική επαφή με την θεά Ήρα, όπως λέει. (Διαβάστε σχετικά: Πότε Περίπου θα Επέμβουν οι Ολύμπιοι) Έγραψε τα εξής:

Ένωσα τα πόδια και ύψωσα τα χέρια έτσι ώστε μαζί με το υπόλοιπο σώμα μου να σχηματίζεται ένα κεφαλαίο Ύψιλον. Όταν ρώτησα “Ποιος είναι ο Νιμπίρου;” άμεσα ήρθε μια νοητική απόκριση μέσα στο μυαλό μου: “Αν και η ερώτηση δεν είναι σωστή, βλέπω τι έχεις στο νου σου, σαν εικόνα. Υπάρχει ένα ουράνιο σώμα με πολλά ονόματα. Κάθε αρχαίος λαός το ονόμαζε με το δικό του τρόπο και επικεντρωνόταν σε ορισμένα χαρακτηριστικά του – όχι απαραίτητα ίδια με άλλους πολιτισμούς. Μεταγενέστερες συνθήκες, έσβησαν αυτές τις γνώσεις από τα φθαρτά υλικά. Πολύ αργότερα, όσοι, ανακάλυψαν ψήγματα αυτών των χαμένων γνώσεων, υπέθεσαν πως όλα αυτά τα διαφορετικά ονόματα αποτελούσαν διαφορετικά ουράνια σώματα. Έλα μαζί μου να ταξιδέψεις νοητικά και να δεις τι είναι αυτό που αναζητάς”, μου είπε.

Με μιας βρέθηκα σε ένα ολοσκότεινο περιβάλλον. Τρόμαξα, η αλήθεια είναι. Όλα, τα πάντα γύρω μου ήταν τυλιγμένα στο σκοτάδι. Αισθάνθηκα ότι ήμουν τυφλός. Κάποια στιγμή είδα φώτα αστεριών. Αλλά όχι. Έτσι νόμιζα. Ήταν σαν σπινθήρες. Χιλιάδες ή και δισεκατομμύρια φωσφορώδη σωματίδια, σαν πυγολαμπίδες που τρεμόσβηναν και πήγαιναν σαν τρελά προς κάθε κατεύθυνση, με φόντο το σκοτεινό διάστημα και τον Ήλιο να φέγγει από τα πλάγια. Είδα τον πλανήτη μας, με τα μπαλώματά του, όπως όταν ο Σωκράτης περιγράφει την Γη από ψηλά.

Ο μίτος για να μη χαθώ στο αχανές διάστημα ήταν πάντα η ερώτηση: “Ποιος είναι ο Νιμπίρου”. Απομακρύνθηκα περισσότερο. Προσπέρασα τη Σελήνη που ήταν φοβερή στη θέασή της από την γωνία που την είδα. Πιο πέρα πρόσεξα ένα μικρότερο ουράνιο σώμα που θα πρέπει να ήταν η Αφροδίτη. Πιο μακριά ο Ερμής. Πέρασα δίπλα από τον Άρη και παραλίγο να τσακιστώ – μέσα στο μυαλό μου – από τους αστεροειδείς ενός χαμένου πλανήτη στο Ηλιακό μας Σύστημα. Αποχαιρέτησα τον μέγιστο των πλανητών, Δία, κι έμεινα έκθαμβος με τα υπέρλαμπρα δαχτυλίδια του Κρόνου, σαν πλατύγυρο καπέλο, όπως αυτά που φορούν οι καλεσμένες, συνήθως, σε βασιλικούς γάμους. Δεν πρόλαβα να δω τους επόμενους πλανήτες.

Ξαφνικά, αισθάνθηκα ότι ήμουν σε ασανσέρ που ανέβηκε απότομα μερικούς ορόφους. Άπλωσα τα χέρια μου να κρατηθώ από κάπου, αλλά δεν υπήρχε τίποτα. Ταξίδευα στο διάστημα. Και όταν σταμάτησα να ανεβαίνω, πετάχτηκα απότομα ψηλά, όπως όταν βγαίνεις με φόρα μέσα από την θάλασσα στην επιφάνεια και παίρνεις τις ανάσες που χρειάζεσαι. Κατάλαβα, αμέσως, ότι είχα φτάσει στον προορισμό μου, στην απάντηση για το ερώτημα “Ποιος είναι ο Νιμπίρου”.

Δεν τον έβλεπα ακόμα, αλλά αισθανόμουν περίεργα ανάμεσα σε σκούρα σύννεφα. Πολλά σύννεφα. Όσο τα διαπερνούσα έβλεπα καθαρότερα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά όσο πλησίαζα ένιωθα ένα πολύ μεγάλο μυστήριο γύρω μου. Υπήρχε ένα βαρύ κλίμα. Ένιωθα σαν δυσάρεστος επισκέπτης που κανείς εκεί πέρα δεν είχε σκοπό και διάθεση να με φιλοξενήσει. Μέχρι που τον είδα.

Είχε ένα κοκκινωπό πορτοκαλί χρώμα. Δεν ήμουν σίγουρος αν ήταν άστρο, μου φάνηκε σαν ένας γιγαντιαίος πλανήτης. Δεν έλαμπε όπως ένα συνηθισμένο αστέρι. Είχε όμως μία θαμπή, ασθενή, αλλά ταυτόχρονα, έντονη λάμψη, πέρα από το φάσμα του κόκκινου. Έτσι, τουλάχιστον, φάνηκε στα μάτια μου.

Όσο πλησίαζα ένιωθα πιο άνετα, πιο οικία, σαν κάτι μέσα μου να τον αναγνώριζε ως φιλικό. Ήταν σα να μου χαμογελούσε και να μου έλεγε “τώρα θα μάθεις Ποιος είναι ο Νιμπίρου”. Τότε συνειδητοποίησα γιατί ένιωθα τυλιγμένος σε ένα βαρύ μανδύα κατάθλιψης. Ήταν η αύρα του. Είχε την πιο ισχυρή αύρα από οποιαδήποτε άλλη από αυτές των πλανητών που είχα προσπεράσει για να φτάσω έως εδώ.

Γύρω του περιστρέφονταν μερικοί δορυφόροι. Ήταν μεγάλοι σαν τον Άρη. Κάποιο μεγαλύτεροι. Νομίζω είδα 7, αλλά μπορεί να υπήρχαν κι άλλοι από την άλλη μεριά του ημισφαιρίου που είχα μπροστά μου. Αντιλαμβανόμουν το περιβάλλον του Νιμπίρου, ως προβληματικό. Ήταν εντελώς ακατοίκητο. Ίσως να μην πρόλαβε ποτέ να αποκτήσει ζωή. Πέρα από ισχυρή αύρα, είχε και ισχυρή βαρύτητα. Ωστόσο, ένας τουλάχιστον δορυφόρος του – αυτός που τώρα περνούσα από κοντά του και μου θύμισε τη Γη – ήταν κατοικίσιμος και κατοικημένος.

Οι δορυφόροι ήταν σε κοντινή τροχιά γύρω από τον Νιμπίρου, μπορούσαν να έχουν το πολύτιμο φως και τη θερμότητα από αυτόν, οπότε μπορούσαν να έχουν ζωή. Τα όντα ήταν σαν άνθρωποι. Φαινόντουσαν να έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με εμάς. Αν τους έβλεπα στη Γη θα ορκιζόμουν ότι ήταν άνθρωποι. Νομίζω ότι μπόρεσα να αισθανθώ πως ήταν περισσότερο ευφυείς από εμάς, με μεγάλες δόσεις ενσυναίσθησης αλλά και με το χάρισμα της νοημοσύνης-πνευματικότητας μαζί. Ευχαρίστως θα μπόλιαζαν με αυτά, πληθυσμούς άλλων πλανητών, αν το ζητούσαν ή το είχαν ανάγκη. Αλλά δεν ήταν πάντα ικανοί αυτοί οι πληθυσμοί να δείξουν τους καρπούς τους άμεσα. Άλλοι αργούσαν εκατοντάδες ή και χιλιάδες γενιές, ενώ άλλοι δεν κάρπιζαν ποτέ.

Η εμπειρία μου, για το “Ποιος είναι ο Νιμπίρου”, τελείωσε εκεί. Βρέθηκα και πάλι, μαλακά προσγειωμένος μέσα στο Σπήλαιο των Ολύμπων. Ίσως, δεν ήμουν έτοιμος να μάθω περισσότερα. Ίσως, η ερώτησή μου δεν κάλυπτε όλο το φάσμα όσων θα ήθελα να μάθω. Ίσως κουράστηκα. Μάλλον έπρεπε να κάνω κι άλλες. Την επόμενη φορά. Γιατί η κάθε φορά είναι φοβερά εξαντλητική. Ευχαρίστησα την ιδέα της θεάς Ήρας που με έφερε σε επαφή και με έκανε να νιώσω τόσα πολλά. Βγήκα έξω. Πήγα κατευθείαν και κάθισα στο τραπεζάκι κάτω από τη σκιά που είχαν οι φιλόξενοι ξεναγοί για τους επισκέπτες. Υπό τη μελωδία των τζιτζικιών, άρχισα αμέσως να καταγράφω όσα βίωσα, πριν ξεχάσω κάποια πράγματα.

diadrastika / Image by urikyo33 from Pixabay